σπαταγγίζειν

σπαταγγίζειν
σπαταγγίζω
pres inf act (attic epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • σπαταγγίζειν — Α (κατά τον Ησύχ.) «ταράσσειν». [ΕΤΥΜΟΛ. < σπατάγγης. Η σημ. τού ρ. δικαιολογείται πιθ. από τα αγκάθια τού αχινού] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”